ὤχρους

ὤχρους
ὤ̱χρους , ὦχρος
paleness
masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ὠχρούς — ὠχρός pale masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • PALLIDI — et mali coloris homines, impudentes fere et inverecundi habebantur dicebanturque, nisi pallor ille ex studiorum contentione contractus videretur. Martial. l. 7. Epigr. 3. Esset, Maxime, cum mali coloris, Versus scribere coepit Oppianus.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • TERRAE Filius — apud Cic. l. 7. ad Trebatium, Ep. 9. ignobilis, ignotus est. Minucius Fel. Ignobiles et ignotos, Terrae filios nominamus. Tertullianus, Apolog. c. 10. Terrae filios vulgus vocat, quorum genus incertum est. Ipse Circer. ad Aattic. Ep. 13. l. 1.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • μυρσίνη — Ονομασία πέντε οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 330 μ., κάτ. 193 κάτ.) στην πρώην επαρχία Σητείας του νομού Λασιθίου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σητείας. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 370 μ., 53 κάτ.) της Τήνου. Υπάγεται διοικητικά στον …   Dictionary of Greek

  • παντομίμα — Μορφή θεάτρου στην αρχαία Ρώμη, καθαρά ρωμαϊκή δημιουργία. Τα θέματα ήταν σχεδόν πάντα μυθολογικά και τα λόγια τα τραγουδούσαν, ενώ ο ηθοποιός χόρευε σιωπηλά ή έπαιζε τους ρόλους. Το 20 π.Χ. ο Έλληνας ηθοποιός Πυλάδης εμπλούτισε την π. με μεγάλη… …   Dictionary of Greek

  • ωχρόμματος — ον, Α αυτός που έχει ωχρούς οφθαλμούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὠχρός + όμματος (< ὄμμα, ατος «μάτι»), πρβλ. βλοσυρ όμματος] …   Dictionary of Greek

  • Κόιπ — (Cuyp). Επώνυμο οικογένειας Ολλανδών ζωγράφων. 1. Γιάκομπ Γκέριτζ (Jacob Gerritsz, Ντόρντρεχτ 1594 – 1651). Ήταν γιος του Γκέριτ (βλ. 2.) και πατέρας του Έλμπερτ (βλ. 3.). Ζωγράφισε πορτρέτα, εξοχικά τοπία και πίνακες με ιστορικά θέματα. Τα πρώτα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”